ζητείται




Το μωρό – νεογέννητο ούτε τριών μηνών – έβγαζε αλλεργίες. Κάθε είδους αρρώστιες που μπορεί να επινοήσει ένα νεογέννητο.
–Να επινοήσει;

Ήταν αγνώριστη. Στραγγισμένη. Σαν κάποιος να της είχε ρουφήξει τους χυμούς.
Τη ρωτήσανε τι της συνέβη και γιατί είχε έτσι κουραστεί.
Δεν ήτανε κούραση, τους είπε. Στεναχώρια πέρασε. Μεγάλη στεναχώρια στη δουλειά που βρήκε.
Της είχε φανεί πολύ καλή περίπτωση. Νέοι γονείς, ζητούσανε μια μαία για να φροντίζει νεογέννητο. Στην αγγελία ανέφεραν τον μισθό – πολύ καλός μισθός – καθώς και τις επιπλέον παροχές. Δωρεάν το φαγητό και η διαμονή. Μόλις είχαν χάσει το σπίτι τους και η μάνα της θα πήγαινε να μείνει με την αδερφή της. Εκείνη δεν είχε σχέση, δεν είχε σπίτι, δεν είχε και καλό μεροκάματο.
Απάντησε λοιπόν στην αγγελία, πήγε στο ραντεβού και πήρε πολύ εύκολα τη δουλειά. Είχε καλές συστάσεις – την ξέρανε όλοι πόσο εξαιρετική μαία είναι.
Θα μένετε μέσα και θα φροντίζετε το μωρό, της είπαν.

Μόνο αυτό έκανε, όμως. Τίποτα άλλο. Όλη μέρα και όλη νύχτα δίπλα στο άτυχο μωρό. Οι γονείς κλείνανε τα πατζούρια, βάζανε συναγερμούς παντού και φεύγανε. Λείπανε συνέχεια. Και όταν γύριζαν ούτε που δίνανε σημασία στο μωρό και τα προβλήματά του. Όλη μέρα και όλη νύχτα μόνη της. Μόνο ο παιδίατρος ερχόταν που και που αλλά κι εκείνος σήκωνε τα χέρια ψηλά. Το μωρό ήθελε αγάπη, το καταλαβαίνανε και οι δυο μεταξύ τους, αλλά τι μπορούσαν να κάνουν αυτοί δυο ξένοι άνθρωποι, δυο απλοί επαγγελματίες; 
–Καλά, η μάνα δεν έμαθε στο μεταξύ να το φροντίζει; Και ο πατέρας;
Τους κοίταξε η γυναίκα με κείνο το στραγγισμένο βλέμμα που είχε, κούνησε το κεφάλι της πάνω κάτω, έσφιξε τα χείλη της, ανάσανε βαθιά, δεν της έφτασε η ανάσα και αναστέναξε στο τέλος.
–Κανείς δεν ασχολήθηκε από τους δύο. Κανείς. Βγαίνανε βόλτες, είχανε τη ζωή τους, δεν τους ενδιέφερε καθόλου ένα μωρό που αρρώσταινε.
Άλλωστε η μητέρα, μου το είπε η ίδια όταν τη ρώτησα φεύγοντας – έξι μήνες ολόκληρους είχε καθίσει – τι με ήθελε εμένα και γιατί μου έδινε τέτοιο μισθό και δεν έπαιρνε μια απλή βρεφοκόμο να φροντίζει το μωρό της, μου απάντησε σαν να αφορούσε η συζήτηση ρούχα, καμιά ακριβή τσάντα ή κάποιο μέρος εξωτικό, ότι αυτή ήταν η εντολή του ψυχιάτρου της. Είχε γεννήσει με δική του παρότρυνση και μετά της είχε επιβάλει σαν όρο να πάρει για το μωρό εσωτερική μαία. Με πτυχίο και με συστάσεις καλές. Για χρήματα δεν υπήρχε περιορισμός. Είχαν μεγάλη οικονομική άνεση.   

 Ελένη Γ.
Δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα του περιοδικού για την τέχνη και τη ζωή, Μανδραγόρας

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

τουβαλίθι vs τάπερ

αποβροχάρης

από τον πάγκο