Αναρτήσεις

Εγώ εκεί ποτέ! ποτέ!

Εικόνα
  Έσφιγγε τα δόντια. Τον   έβλεπα. Είχε κοκκινίσει   το μέτωπό του. Κάτασπρα μάγουλα. Χλωμά.   Έβαλε δύναμη, όση δύναμη είχε κι έσπρωξε το καρότσι να κυλήσει πιο πέρα. -Εγώ σ’ αυτό ποτέ! είπε. Το   είχα δανειστεί όταν μας διώξανε από το νοσοκομείο. Αν δεν κάνει τη θεραπεία, πρέπει να αδειάσει το κρεβάτι, μας είχαν ξεκαθαρίσει κι εμείς πληρώσαμε ασθενοφόρο και μας έφερε στο σπίτι. Έβαλα το δανεικό καρότσι στην κρεβατοκάμαρα, όμως εκείνος ήταν ανένδοτος. - Όχι! Δεν το θέλω το καρότσι , επέμενε και σηκώθηκε μοναχός του, τρικλίζοντας. Ούτε εγώ τον βοήθησα. Κρατιόταν από τους   τοίχους, τ ις καρέκλες, τη βιβλιοθήκη.   Όρθιος όμως. Βγήκε κι έκατσε στη βεράντα . Ήταν η   τελευταία φορά. Κείνος ο άντρας, ο λεβένταρος, από 18 χρονών μαζί και έτσι μπαμ! Τον ρήμαξε. Στο τ ελευταίο   στάδιο. Τίποτα! Τίποτα. Τόσοι γιατροί, τόσα φάρμακα, τόση επιστήμη. Αφού δεν παίρνει γιατρειά, αφού δε θα σηκωθεί να περπατήσει, να ζήσει όπως του αρέσει, θα έπρεπε να τους βοηθάνε να φεύγουν ήσυχα. Μια αγωγή θανάτου.