νικοτίνη
Έχεις δει τη νικοτίνη; την έχεις πιάσει με το βρεμένο σφουγγαρόπανο στα χέρια σου; την έχεις δει πώς γλιστράει από τον τοίχο που τον έβαψες κάποτε, μέρες και νύχτες μοχθώντας με πλαστικό χρώμα για να πλένεται; Ακόμη καπνίζαμε παντού ελεύθερα. Ακόμη και στις κρεβατοκάμαρες. Ακόμη και δίπλα στο μικρό μας παιδί που έπαθε δύσπνοια. Με ένα τσιγάρο στο χέρι έδειχνες μαγκιά. Αργότερα, πρώτη φορά στο εξωτερικό, μας φώναξαν για να μας κάνουν αυστηρή σύσταση. Υπήρχαν ανιχνευτές καπνού κι εμείς δεν το ξέραμε. Αντέδρασες στα σκληρά αγγλικά του μαιτρ και σηκώθηκες να φύγουμε. Μάζεφτα! Ήσουν αυταρχικός και παραξηγησιάρης, αλλά ο ξενοδόχος σε καλμάρισε. Έχουμε και δωμάτια καπνιζόντων, κύριε, αν θέλετε. Αρκούσε να μας το ζητήσετε. Με είχες κοιτάξει δολοφονικά, όμως δεν έφταιγα τόσο. Απλώς δεν είχα προσέξει τη σημείωση με τα φτωχά αγγλικά μου της ελληνικής επαρχίας. Δέχτηκες μουρτωμένος, όμως η μαγεία πια είχε χαθεί. Τσαφ! Είχε πετάξει. Και δεν ήξερα πώς να την φέρω πίσω, στα σεντόνια τα καινούρι