κυριακή των Βαΐων (βράδυ)


Σήμερα ασχολήθηκα με τον κήπο μου (σε μια άλλη παράλληλη ζωή). Σκάλισα τα παρτέρια, ξεχορτάριασα και περιποιήθηκα τα λουλούδια μου. Τα δέντρα – κάτι μικρά οπωροφόρα – τα έχω φυτέψει πολύ κοντά το ένα με το άλλο και δεν αναπτύσσονται καλά. Ίσως – χρήσιμο και ωφέλιμο θα ήταν – να τα αραιώσω και κάποια, αν περισσεύουν να τα ξεριζώσω κιόλας και να τα ρίξω στη φωτιά. Όμως, πώς, με ποιο δικαίωμα να τους στερήσω τη δυνατότητα να μεγαλώσουν έστω και καχεκτικά; Ζωή έχουν κι αυτά. Αφού έκανα το λάθος να τα φυτέψω πολύ κοντά μεταξύ τους, μπορώ τώρα να τα πετάξω; Με τέτοιες σκέψεις και άλλες που δεν είναι του παρόντος, συνέχισα σκυμμένη να ταλαιπωρούμαι στον κήπο ως το μεσημέρι.

Μετά, όμως όταν ανέβηκα στην κουζίνα κι έφαγα με όρεξη, όπως λένε οι ηθογράφοι, η γλυκιά κούραση βάρυνε τα μέλη μου. Κάθισα χορτάτη στη γωνιά του τζακιού και πήρα την παλιά σύνοψη του πατέρα. Λόγω των ημερών αλλά και του Αμός Οζ, που διαβάζω, άρχισα να ξεφυλλίζω τις κιτρινισμένες σελίδες αργά.
Η αρχαία γλώσσα με γοήτευε αλλά το ύφος των ψαλμών με ενοχλούσε. Όταν έφτασα στο ευαγγέλιο σταμάτησα.
"Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπανάγων ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν πόλιν ἐπείνασεν. Καὶ ἰδὼν συκῆν μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ ̓αὐτήν, καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον, καὶ λέγει αὐτῇ· Μηκέτι ἐκ σοῦ καρπὸς γένηται εἰς τὸν αἰῶνα. Καὶ ἐξηράνθη παραχρῆμα ἡ συκῆ."
Ακούμπησα τη σύνοψη στο τραπεζάκι και κοίταξα τις φλόγες που καίγανε ήρεμα. Ακόμη κι αν υπάρχει συμβολισμός, και η άκαρπη συκιά παραλληλίζεται με την ψυχή που δεν έχει αρετές (υπάρχουν τέτοιες ψυχές άραγε;), όμως κ πάλι το μέσα μου ζαρώνει και επαναστατεί με τη σκληρή τιμωρία να ξεραθεί το δέντρο παραχρήμα.
Όχι, δεν πρόκειται να τα ξεριζώσω τα καχεκτικά μου δεντράκια.

ΦΩΤ. Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας "Δέντρα και ξερά κλαδιά" (1949) Μολύβι σε χαρτί, Μουσείο Μπενάκη - Πινακοθήκη Γκίκα, Αθήνα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

τουβαλίθι vs τάπερ

αποβροχάρης

από τον πάγκο