να κάνει...να κάνει...

 


Όσο ποτίζεται μεγαλώνει. Απλώνει και όλο απλώνει. Άλλοτε μονόκλωνη και άλλοτε πετάει βλαστάρια και ανεβαίνει σε φράχτες, σε ξύλα, δέντρα, όπου βρει τόπο να μπορεί να στηριχτεί. Έχει κάτι έλικες που μεγαλώνουν ανάλογα και ελίσσονται για να τη στηρίζουν. Δυο είδη ξέρω κυρίως. Αυτές που κάνουν τα πράσινα μικρά κολοκύθια και αυτές που κάνουν τις κίτρινες μεγάλες κολοκύθες. Για τις άλλες, τις νεροκολοκύθες, που εδώ τις λέμε φκιαλιές, θα πω άλλη φορά. Αρκεί να τις ποτίζεις μία ή δυο φορές την ημέρα. Με τον πολύ ήλιο μαραίνονται, κιτρινίζουν και δεν βγάζουν λουλούδια. Αλλιώς δε σταματάνε να ανθίζουν και μέχρι τον Οκτώβρη ακόμη.

Κάτι κίτρινα δροσερά χωνιά. Άλλα είναι αρσενικά με τον ύπερο σκληρό και χνουδάτο και άλλα θηλυκά με τις ωοθήκες. Εκείνα, τα θηλυκά δένουν κολοκυθάκι, τα άλλα, τα αρσενικά αντέχουν μια μέρα μόνο. Την άλλη, μαραίνονται και πεθαίνουν, αφού εξυπηρετήσουν τον σκοπό της ύπαρξής τους.

Οι γυναίκες τα μαζεύουν τα λουλουδάκια - πρωί πρωί, προτού ζεστάνει ο ήλιος - τα καθαρίζουν από τους πράσινους κάλυκες, ξεριζώνουν προσεκτικά με το μαχαιράκι και τον ύπερο, τα πλένουν και ύστερα τα γεμίζουν συνήθως με ρύζι ανακατεμένο με διάφορα μυρωδικά, ίσως κιμά, ίσως τυρί με δυόσμο, ίσως τυρί με αυγό και ύστερα να μαγειρεύουν. Τηγανητά ή στο φούρνο. Σκέτα, τυλιγμένα με κουρκούτι ή παναρισμένα με αυγό και φρυγανιά. Θεωρείται σπεσιαλιτέ αυτό το έδεσμα, πολλές νοικοκυρές τα διατηρούν και στην κατάψυξη για να έχουν κολοκυθανθούς όλο τον καιρό.

Φέτος στις μεγάλες ζέστες δεν είχαν λουλούδια οι κολοκυθιές του κήπου μας. Όμως, όταν έπεσε η θερμοκρασία, άρχισαν πάλι να ανθίζουν. Τους αρέσει το νερό. Διψάνε πολύ, όπως είπα. Όλες τις τελευταίες ημέρες που ακούμε για τις πλημμύρες, όσο οι ειδήσεις φτάνουν απελπιστικές, όσο οι εικόνες ραγίζουν τις καρδιές μας, βγαίνω στο μπαλκόνι και τις κοιτάζω που ανθίζουν ακάθεκτες. Απλώνονται όπου βρουν χώμα και συνεχίζουν το έργο της φύσης. Να βγάζουν λουλούδια, να δένουν ή να μη δένουν κολοκύθια. Να ζουν μία μέρα τα αρσενικά, όλο το βράδυ να ετοιμάζονται τα καινούρια και το πρωί χνουδωτά, όμορφα, λαχταριστά να ανοίγουν τα φύλλα στον ήλιο και στο φως.

Γυρίζω ανάμεσά τους, προσέχοντας μην πατήσω τις κολοκυθοκορφάδες τους, δοκιμάζω να τις φωτογραφίσω, δροσερά τα φύλλα τους, φρέσκα όλα τα λουλούδια, η φίλη μου δεν τα έχει δει πώς είναι, σκέφτομαι να τα περιγράψω, όλο εικόνες φρίκης στις οθόνες, εδώ δροσερά, όμορφα, καθαρά φύλλα, χρώματα λαχταριστά και τσουπ να κι άλλο λουλούδι, εδώ πίσω από τα πλατιά σκληρά φύλλα, που μου είχε ξεφύγει.  Θυμάμαι το παιδικό μας παιχνίδι:

-Έχω μια κολοκυθιά που κάνει πέντε κολοκύθια!

αι γιατί να κάνει πέντε;

-Και πόσα να κάνει;

-Να κάνει... να κάνει ... οκτώ!

-Και γιατί να κάνει οκτώ;

-Και πόσα να κάνει;

α κάνει... να κάνει

Ψάχνω κάτω από τα μεγάλα φύλλα κι αρχίζω να μετράω. Ένα, δύο, τρία...

Ξαπλωμένη, επεκτατική, ασυγκράτητη δε μου δίνει σημασία. Αδιάφορη για το δικό μου μέτρημα.

-Γιατί να κάνει οχτώ;

-Και πόσα να κάνει; 

 

 Ελένη Γούλα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

τουβαλίθι vs τάπερ

αποβροχάρης

από τον πάγκο