Στον Επικούριο


 

Η πρώτη φορά ήτανε με τη Γιώτα. Καλοκαίρι. Διακοπές.

Το προηγούμενο βράδυ είχαμε κοιμηθεί στο κοριτσίστικο δωμάτιό της και είχα γνωρίσει τους γονείς της. Την αγαπούσαν και τη νιάζονταν πολύ. Μοναχοπαίδι. Να προσέχετε, μας είπε η μάνα της όρθια στο ταρατσάκι, που μετά θα το αναγνώριζα σε ποιήματα και πεζά της φίλης μου – όσα πρόλαβε να γράψει ως τα 58. Τότε ακόμη, ούτε ποιήματα ούτε άσπρες τρίχες στα μαλλιά μας. Μόνο 27, πρωτοδιόριστες καθηγήτριες στη Μεσσηνία.

Είχα ένα Austin Morris παλιό ταλαιπωρημένο, που αντιπαθούσε τους χωματόδρομους και τις ανώμαλες επιφάνειες. Η ανάβασή μας όλο πέτρες, κροκάλες, λακκούβες και γράνες. Άκουγα το ψυγείο – πάλι θα ξεκόλλησε, σκεφτόμουν – όμως τα βουνά με είχαν ήδη ρουφήξει.

Το ίδιο όπως και τώρα. Φουσκώνει το στήθος μου πίσω από το τιμόνι. Κι αυτό το αυτοκίνητο, άσπρο όπως το Ώστεν και μικρό. Χωρίς προβλήματα όμως, γλιστράει στην άσφαλτο. Πουθενά κροκάλες ή χωματόδρομοι 35 χρόνια μετά. Σκέφτομαι την πρόωρα χαμένη φίλη μου, όσο οι άλλοι – ώριμη, κατασταλαγμένη παρέα – συζητούν τις πληροφορίες από το διαδίκτυο.

Στην αρχή ήταν μόνο το ξύλινο άγαλμα κι ένας μικρός αρχαϊκός ναός, διαβάζουν. Τα είχαν φτιάξει οι ντόπιοι για να ευχαριστήσουν τον Απόλλωνα, που τους βοήθησε να νικήσουν τους Σπαρτιάτες. Τα βουνά τους παντού καταπράσινα με νερά και πηγές, θα κρύβανε πολεμιστές Αρκάδες δυνατούς και θαρραλέους, φανταζόμαστε. Οι Σπαρτιάτες θα τα ζηλεύανε τούτα τα μέρη, πιο ήμερα από τα δικά τους, τις άγριες πλαγιές του Ταΰγετου και του Πάρνωνα. Εδώ πιο ήπιοι σχηματισμοί.

Όσο μπαίναμε κι άλλο στα βουνά και προχωρούσαμε, στροφές απαλές και ανηφόρες μαλακές, άλλαζε ο αέρας. Μακριά από τη θάλασσα, ούτε να την αγναντέψεις, μόνο πράσινο παντού. Ζωντανό, τρυφερό πράσινο, ακόμη και οι ελιές χωρίς την ξεραΐλα του Νότου, που στρίβονται τα φύλλα και μαζεύουν, όλο μαζεύουν να μικρύνουν την επιφάνειά τους την εκτεθειμένη στον φονικό ήλιο.

Ο καινούριος ναός, συνεχίζαμε τη συζήτηση μέσα στο αυτοκίνητο, είχε χτιστεί προς το τέλος του 5ο αιώνα – αργότερα από τον Παρθενώνα – για να ευχαριστήσουν οι Φιγαλείς τον Απόλλωνα που τους γλίτωσε από την πανώλη. Τους είχαν φέρει εδώ πάνω τους ασθενείς, έγραφαν οι πληροφορίες, όπου το ξόανο το ξύλινο του Βασσίτη Απόλλωνα και τότε ο θεός είχε κάνει το θαύμα του, αφού οι πανουκλιασμένοι θεραπεύτηκαν και γύρισαν πίσω υγιείς στα χωριά τους. Ο αέρας των βουνών επέδρασε ευεργετικά, συνέχιζε το άρθρο, αλλά έτσι κάνουν οι άνθρωποι πάντα, σχολιάζαμε εμείς, ακόμη και σήμερα. Ανάγκη όλων μας να πιστεύουμε σε κάτι δυνατό, ανώτερο. Άνθρωπο, ιδέα, θεότητα, μάγο …

Στριμωγμένοι στα χωριά τους, χωρίς τρεχούμενο νερό, ο ένας πάνω στον άλλον, βρώμικοι μέσα σε βούρκους, άνθρωποι, ζώα, όλα μαζί, τα γρυλίσματα από το γουρούνι που κυλιέται στις λάσπες μέσα στα περιττώματά του, μαζί με τις σβουνιές από τις αγελάδες, τα άλογα, τις κότες…, παιδιά μικρά, ξυπόλυτα. Ο θεός, αιτία και άλλοθι για τους δυνατούς, παρηγοριά και ελπίδα για τους μικρούς και αδύναμους.

Βγήκαμε από το αμάξι στους 27 βαθμούς με το αεράκι να μας υποδέχεται. Να ήμουν ζωγράφος, ευχόμουν όσο έβλεπα τα βουνά από τα τζάμια του αυτοκινήτου. Τώρα όμως τι να κάμει ο ζωγράφος με το αεράκι που τινάζει τον ιδρώτα χωρίς να τον παγώνει, ακουμπάει στις φύτρες των μαλλιών χωρίς να τις πονάει, φέρνει κάτι μυρωδιές παλιές όσο και ο άνθρωπος, η ιστορία του ανθρώπου και η ηλικία του σύμπαντος.

1130 μέτρα ύψος πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Όσο βλέπει το μάτι, παντού σε κύκλο 360 μοίρες τα βουνά. Όπως τα χαζεύαμε από τα παράθυρα του αυτοκινήτου. Πράσινα ως εδώ πάνω, μόνο με πιο αραιή βλάστηση. Κυρίως δέντρα, που εγώ μεγαλωμένη και ζώντας σε υψόμετρο 100-200 μέτρων, δεν καταφέρνω να αναγνωρίσω. Βγάζω φωτογραφίες μήπως και κάνω μετά τη σύγκριση και διαπιστώσω, αν αυτό που μοιάζει με βελανιδιά – πιο στενά τα φύλλα της όμως – είναι όντως δρυς ή μήπως οξιά ή κάτι άλλο. Μονοπάτια με ονομασίες θεών και ιδεών, διαβάζουμε στον πίνακα της εισόδου. Τι δραστηριότητα!, σκέφτομαι. Μέσα από τα βουνά, δίπλα σε ρυάκια με τα δέντρα συντροφιά. Αντί να βλέπει κανείς τηλεόραση, αντί να χαζεύει στο φβ, πόσο θαυμάσιο θα είναι να περπατάει εδώ, ανάμεσα στις νεράιδες – ακόμη εδώ θα ζουν, έτσι σκέφτομαι.

Ποιος θεός! Ο αέρας τους γιάτρεψε! Λέμε πάλι, ανασαίνοντας με τα ρουθούνια και με τους πόρους του σώματος, όσο μπορούμε.

Φωτογραφίζω τις παπαρούνες που σαν να με χαιρετούν, έτσι όπως κουνιούνται στο αεράκι, ακόμη κόκκινες μέσα Ιουλίου και φέρνω στο νου μου τη Γιώτα πάλι. Θα μπορούσε – σκέφτομαι – να είναι κάπου εδώ, όμως όχι δεν καταδέχομαι τόσο απλοϊκές σκέψεις. Καλύτερα μαζί μου, σαν κάτι εύπλαστο, χωρίς ύλη, όπως εκείνο το τζίνι που βγαίνει από το μπουκάλι.

Οι κολόνες, τότε, φαινόντουσαν από μακριά. Οι κολόνες στον αέρα των βουνών. Όρθιοι, γύρω-γύρω – πρόσφατες ακόμη οι πληροφορίες για τους ρυθμούς και τους κίονες στο μυαλό μου – οι δωρικοί κίονες. Ο ναός ήταν περίπτερος, με πρόναο και οπισθόδομο, (δωρικός, δίστυλος, εν παραστάσει περίπτερος), μέσα όμως οι κίονες ήταν ιωνικού ρυθμού, περίτεχνοι αυτοί προφυλαγμένοι, όπως και ο ένας, ο πρώτος, όπως έχουμε διαβάσει, κορινθιακού ρυθμού κίων. Μόνος στο κέντρο του ναού. Με το αρχαιότερο κιονόκρανο αυτής της μορφής.

Οι αρχαίες κολόνες όχι όπως στο Σούνιο, που βουίζει η θάλασσα, σε πνίγει το γαλάζιο και μυρίζεις την αρμύρα. Ούτε όπως εκείνες οι συφοριασμένες στην Αθήνα μέσα στη μπίχλα και την πολυκοσμία του πλήθους. Εδώ είναι βουνά, πράσινα δέντρα και λίγες πέτρες ήμερες όμως, όχι εχθρικές, πουθενά θάλασσα, άνθρωποι ή σπίτια. Σε επαφή με κείνο που ούτε ξέρεις, ούτε μιλάς, ούτε φαντάζεσαι. Μόνο το νιώθεις. Θέλεις να κλάψεις, να γελάσεις, να πεις ίσως βλακείες, να σηκώσεις ψηλά τα χέρια σου, να ανοίξεις το στόμα σου και να μείνεις έτσι, σε μια προσευχή, όχι της μορφής, "θεέ μου βοήθησέ με" ή "σε ευχαριστώ ή σε παρακαλώ". Κάτι αόριστο, απλωμένο και διάχυτο. Στα φύλλα που φυτρώνουν στον κορμό του δέντρου, στα χορτάρια που τα φυσάει ο αέρας, στις πέτρες που λες και κάποιος τις έσπειρε και στέκονται κει πέρα χιλιάδες χρόνια, στον αέρα, στις βροχές στα χιόνια, στους πάγους, στον ήλιο…

Τότε, την πρώτη φορά, είχα αντικρύσει τις κολόνες και αυτές όλα τα είχαν σκεπάσει. Το χωματόδρομο, το σπασμένο ψυγείο και τη δυσκολία της ανάβασης με το παλιό μου αμάξι. Οι κολόνες όρθιες, στην κορυφή. Μνημείο ανθρώπινο των θεών.

Τώρα, δεν βλέπουμε τις κολόνες μόνο το στέγαστρο. Και μέσα τα έργα αποκατάστασης και πληροφορίες σε ταμπλό με κείμενα σε ελληνικά και αγγλικά. Στο βάθος παίζει και το βίντεο. Ελληνικά με αγγλικούς υπότιτλους. Φόντο μια μουσική. Αυτή, η μουσική ακούγεται όπου και να σταθείς στο κουβούκλιο. Δεν διακρίνω τα όργανα, μου μοιάζει όμως σα να αντηχεί στα βουνά ο αέρας. Είναι φλογέρες, είναι αυλοί, είναι ο Πάνας; Μπορεί και ο Απόλλωνας ο ξανθός που παίζει τη λύρα του.

Κοίτα πώς την έχουν στερεώσει την τέντα. Τόσες πετρούλες μέσα στο σύρμα, να μην το σηκώσει ο αέρας. Πάνω από τριάντα χρόνια δουλεύουν τα συνεργεία. Στο πίσω μέρος, από άλλη είσοδο, μπορούσαμε να δούμε το έργο πώς θα είναι όταν ολοκληρωθεί. Οι κολόνες χωρίς τα υποστυλώματα, συμπληρωμένες κατάλληλα, με το δωρικό κιονόκρανο, πιο λευκές, πιο καθαρές. Χρησιμοποιούν χημικά, το κάνουν και με το χαρτί, λέει η φίλη μου. Χωρίς να καταστρέφεται το χαρτί – εδώ ο ασβεστόλιθος – καθαρίζει, γίνεται όπως ήτανε αρχικά.

Όχι αυτή τη φορά, δεν θαύμασα το έργο του Ικτίνου. Δε μπορεί αυτό να το συλλάβει ο επισκέπτης. Έτσι όπως είχε χτιστεί μέσα στα άπειρα βουνά, στην κορφή, να παίζουν οι κολόνες τη λύρα στο σύμπαν. Πιο πολύ το έργο των σύγχρονων μάγων θαύμασα. Άλλωστε αυτό δεν είναι ο πολιτισμός μας; Τεχνολογία και εξειδίκευση. Άριστοι ειδικοί σκέφτηκαν, συνεργάστηκαν, δούλεψαν κι έστησαν τούτο το στέγαστρο. Ύστερα, τόσα χρόνια αναζητούν χρηματοδοτήσεις, καθαρίζουν, σταματούν, ξαναρχίζουν.

Πέρα, πίσω από τα δέντρα και τις πέτρες, κρυμμένο από τους επισκέπτες είδαμε αργότερα και το εργοτάξιο. Σιωπηλό, κλειστό. Πάλι είχε σταματήσει η χρηματοδότηση. Και οι πιο ειδυλλιακές τουαλέτες. Πέτρινες, πεντακάθαρες, προσαρμοσμένες στο τοπίο.

Ακούμπησα τελευταία, τη μεγάλη βελανιδιά (ή μήπως οξιά;). Κλαδεμένη πολύ – με γερανούς θα ανεβαίνουν οι κλαδευτές – περιποιημένη, είχε κουφάλες και ήταν πανύψηλη. Δεν έφταναν τα χέρια μου να την αγκαλιάσουν.

 

 

 

Ελένη Γούλα 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

τουβαλίθι vs τάπερ

αποβροχάρης

από τον πάγκο