Πλάτωνος, Συμπόσιο


Στο Συμπόσιο, που περιγράφει ο Πλάτων, στον ομώνυμο διάλογο, οι συνδαιτυμόνες αποφασίζουν, επειδή δεν έχουν όρεξη να κάνουν αγώνα ποιος θα πιει περισσότερο, να αγωνιστούν ποιος θα μιλήσει καλύτερα για ένα θέμα του προτείνει ο γιατρός Ερυξίμαχος. Το θέμα είναι ο Έρωτας, παραμελημένος από όλους. Δεν έχει δικό του κανένα εγκώμιο, λένε.

 

Ο Φαίδρος, που μιλάει πρώτος, λέει ότι ο Έρωτας είναι Θεός από τους πιο παλιούς. Κατά τον Ησίοδο πρώτα ήταν το Χάος και μετά γεννήθηκαν η Γη με τον Έρωτα.

Υποστηρίζει ο Φαίδρος ότι ο Έρωτας κάνει τον ερωτευμένο  να ντρέπεται πάνω από όλα μην τον δει ο αγαπημένος του να κάνει κάτι κακό. Οι ερωτευμένοι επίσης είναι οι μόνοι που θυσιάζονται πρόθυμα γι αυτόν που αγαπούν είτε είναι άντρας είτε γυναίκα. Π. χ. η Άλκηστη προθυμοποιήθηκε να πεθάνει στη θέση του άντρα της του Άδμητου, τη στιγμή που ούτε ο πατέρας του ούτε η μάνα του ούτε άλλος συγγενής δέχτηκαν (βλ. το δράμα του Ευριπίδη). Επίσης αναφέρει τον Αχιλλέα, που παρόλο που ήξερε ότι αν σκοτώσει τον Έκτορα θα πεθάνει, αλλιώς θα γυρίσει πίσω και θα γεράσει στην πατρίδα του, όμως εκείνος προτίμησε να εκδικηθεί τον θάνατο του εραστή του, του Πάτροκλου δηλαδή.

 

Μετά τον Φαίδρο μιλήσανε κι άλλοι, αλλά ο Αριστόδημος αφηγείται στον Απολλόδωρο [αυτή είναι η σκηνοθεσία του Διαλόγου, όπως συνηθίζει ο Πλάτων], τον λόγο του Παυσανία. Αυτός μίλησε για τα δυο είδη του Έρωτα, όπως είναι και δυο οι Αφροδίτες. Η μία, κόρη του Ουρανού χωρίς μητέρα, είναι η Ουρανία και η άλλη η κόρη του Δία και της Διώνης, η Πάνδημη. Έτσι υπάρχει Έρωτας Πάνδημος και έρωτας Ουράνιος. Ο Πάνδημος Έρωτας ενεργεί όπως τούρθει. Αυτόν τον αισθάνονται οι χυδαίοι άνθρωποι. Αυτοί ερωτεύονται γυναίκες και όχι παιδιά, και αν ερωτεύονται παιδιά, ερωτεύονται μόνο τα σώματά τους και όχι τις ψυχές τους. Ο Ουράνιος Έρωτας δεν έχει σχέση με το θηλυκό αλλά γεννήθηκε από το σερνικό «Γιατί αυτοί δεν ερωτεύονται τα παιδιά παρά μόνο όταν αρχίζουν να αποκτούν κρίση» και η κρίση έρχεται μαζί με το χνούδισμα. Πραγματικώς, όσοι αρχίζουν να ερωτεύονται ένα παιδί αυτής της ηλικίας, είναι νομίζω, προετοιμασμένοι για να εξακολουθήσουν σ’ όλο τους το βίο τη συναναστροφή τους μ΄ αυτό και να ζήσουνε μαζί, κι όχι να το εξαπατήσουν, αφού εκμεταλλευτούν τη νεανική του αφέλεια, και γελώντας εις βάρος του να φύγουν και να πάνε αμέσως γι άλλο παιδί. (σελ. 105)  Κάνει λόγο στη συνέχεια για τους νόμους που αλλού θεωρούν την παιδεραστία κάτι ωραίο (Ήλιδα, Λακεδαίμονα), αλλού όμως την απαγορεύουν ρητά, για παράδειγμα παντού στην Ιωνία, όπου είναι κάτω από το ζυγό των βαρβάρων γιατί οι τύραννοι δεν θέλουν να γεννιέται στην ψυχή των υπηκόων τους μεγάλα φρονήματα και δυνατές φιλίες που εμπνέονται κυρίως από τον Έρωτα (π.χ. η φιλία του Αρμόδιου και του Αριστογείτωνα, όταν ισχυροποιήθηκε γκρέμισε την τυραννική εξουσία).  Στην Αθήνα το πράγμα είναι περίπλοκο και εξαρτάται από την περίπτωση. Γενικά θεωρούν αισχρόν την παιδεραστία οι νόμοι, αλλά όταν πρόκειται για εφήβους είναι ανεκτικότεροι. «Μ΄ αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί να θεωρηθεί ωραίο χάριν της αρετής να δίνεται κανείς σ’ εραστή. Αυτός είναι ο Έρως της Ουρανίας θεάς και ουράνιος και πολύτιμος και στην πολιτεία και στα άτομα, επειδή αναγκάζει να δείχνουν χάριν της αρετής μεγάλη επιμέλεια για τον εαυτό τους και ο εραστής ο ίδιος και ο αγαπημένος. (σελ. 119)

 

Στη συνέχεια είναι η σειρά του Αριστοφάνη να μιλήσει, όμως τον έπιασε λόξυγκας και έδωσε τη θέση του στον Ερυξίμαχο ο οποίος σαν γιατρός του δίνει τη συμβουλή: κράτησε αρκετή ώρα την αναπνοή σου, ειδαμή κάμε γαργάρα με νερό τέλος γαργάλησε τη μύτη σου και φτερνίσου. κι άμα το κάμεις αυτό ένα-δυο φορές θα πάψει, όσο δυνατός κι αν είναι. (σελ. 121)

 

Ο Ερυξίμαχος μιλάει για τον Έρωτα επιστημονικά. Ο Έρωτας δεν είναι μόνο προς τους ωραίους νέους αλλά και προς άλλα πράγματα. Όμως, άλλος έρωτας έχει το υγιές σώμα και άλλος το νοσηρό. Συμφωνεί με τον Παυσανία και για τους δυο Έρωτες. Της Ουρανίας, τον Ουράνιο και τον Πάνδημο της Πολύμνιας. «Η ιατρική είναι η επιστήμη των ερωτικών διαθέσεων του σώματος που αποβλέπουν στη χόρταση και στην κένωσή του· και όποιος ξέρει να κάνει τη διάκριση του ωραίου και του αισχρού έρωτα μέσα σ’ αυτά, εκείνος είναι σοφώτερος γιατρός·  και όποιος κατορθώνει να φέρει την αλλαγή ώστε το σώμα αντί του ενός έρωτος ν’ αποκτήσει τον άλλον, και ξέρει να τον κάμει ν αναπτυχθεί σ΄ όποια σώματα δεν υπάρχει καθόλου έρως και είναι ανάγκη να αναπτυχθεί και ξέρει να τον αφαιρέσει, όταν υπάρχει μέσα σ ένα σώμα και πρέπει να βγει, αυτός είναι τέλειος μάστορας στην ιατρική. (σελ. 125) «Και η σύσταση των εποχών του έτους είναι γεμάτη και από τους δυο αυτούς έρωτες, και όταν μεν επιτύχουν τον κανονικό έρωτα αυτά που έλεγα τώρα μόλις, δηλ τα ψυχρά και τα θερμά, τα ξηρά και τα υγρά και αποκτήσουν αρμονία και ευκρασία έρχονται και φέρνουν καληχρονιά και υγεία στους ανθρώπους και στα άλλα ζώα και φυτά και δε βλάφτουν (σελ. 131)

Μετά ο Αριστοφάνης – που έπαψε ο λόξυγκάς του όχι όμως προτού του προσφέρει το φτάρνισμα, πήρε το λόγο και μίλησε κι αυτός όπως του ταίριαζε σαν ο μεγάλος κωμικός που ήταν: Κάποτε είπε, το ανθρώπινο γένος ήταν σερνικοθήλυκο. Τρία γένη ενωμένα δηλαδή. Το αρσενικό με καταγωγή από τον ήλιο, το θηλυκό από τη Γη και το μεικτό από το φεγγάρι. Είχε τέσσερα πόδια, τέσσερα χέρια και ήτανε στρογγυλό. Ήταν φοβερό σε δύναμη και αντοχή και  θέλησε να φτάσει στον Όλυμπο, έδειξε αλαζονεία προς τους θεούς. Ο Δίας έριξε τότε κεραυνό και το χώρισε στη μέση. Δεν ήθελε να το αφανίσει γιατί θα έχανε τις θυσίες. Όμως τα δύο μέρη αναζητούσαν το ένα το άλλο και όταν το πετύχαιναν αυτό μένανε αγκαλιασμένα και πέθαιναν από την πείνα.

«Τότε ο Ζευς του λυπήθηκε και σοφίζεται άλλη μηχανή. τους μεταθέτει τα αιδοία στο μπροστινό μέρος· γιατί ως τότε και τούτα τα είχανε κατά όξω και σποροβολούσαν και εγεννούσαν όχι ο ένας στον άλλον παρά στη γη σαν τα τζιτζίκια. Έτσι λοιπόν, τους τα μεταθέτει στο μπροστινό μέρος και κανόνισε ακόμα να γίνεται το γεννοβόλημά τους αναμεταξύ τους, σερνικό στο θηλυκό, για τους εξής λόγους, από τη μια μεριά δηλαδή να σμίξει άντρας με γυναίκα, με το αγκάλιασμά τους να γονιμοποιούνται και να διαιωνίζεται το ανθρώπινο γένος, κι από την άλλη, αν σμίξει σερνικός με σερνικό, να γίνεται τέλος πάντων χορτασμός της συνουσίας και να ξεθυμαίνουνε και να ρίχνονται στις δουλειές τους και να φροντίζουν και την άλλη τη ζήση τους. Άρα ο Έρωτας είναι πραγματικά από τόσο καιρό έμφυτος στους ανθρώπους και σμίγοντάς τους ανασυνθέτει την αρχική τους φύση και προσπαθεί με δυο να φτιάξει ένα, για να γιατρέψει την ελαττωματική ανθρώπινη φύση.

Έκαστος ουν ημών εστί ανθρώπου σύμβολον (όταν δυο άνθρωποι γίνονταν φίλοι έκοβαν ένα κότσι ή ζάρι ή όστρακο στη μέση και έπαιρνε ένα ο καθένας. Αυτό ήταν σημάδι αναγνωρισμού είτε μεταξύ τους είτε μεταξύ των απογόνων τους. Αυτό είναι στα αρχαία το σύμβολον), γιατί είναι κομμένος, σαν τις γλώσσες τα ψάρια στα δυο. Αναζητάει λοιπόν ο καθένας πάντοτε το ταίρι του σύμβολο. Ε λοιπόν όσοι άντρες είναι κομμάτια από ανθρώπους του μεικτού γένους, που το λέγανε καθώς σας είπα σερνικοθήλυκο, είναι γυναικάδες και πολλοί μοιχοί έχουν την καταγωγή τους από τούτο το γένος, απ΄ όπου κατάγονται επίσης και οι γυναίκες που είναι φίλαντρες και μοιχεύτριες. Όσες γυναίκες είναι κομμάτια από ολόκληρη γυναίκα, αυτές δεν κοιτάζουν καθόλου τους άντρες παρά έχουνε κλίση μάλλον προς τις γυναίκες και οι εταιρίστριες απ’ αυτό το γένος κατάγονται. Και όσοι είναι κομμάτια ανθρώπου του αρσενικού γένους, αυτοί κυνηγούν τα σερνικά, κι όσον καιρό είναι παιδιά – σαν κομμάτια του σερνικού που είναι – τους αρέσουν οι άντρες και η χαρά τους είναι να κοιμούνται και να αγκαλιάζονται μαζί με άντρες. Και αυτοί είναι οι καλύτεροι μεταξύ των παιδιών και των εφήβων, γιατί έχουν μέσα στη φύση τους κάτι το πολύ-πολύ αντρίκιο (σελ. 143-5)       

Ο Αγάθων απαγγέλει τον έπαινο στον έρωτα σαν ποιητής και ηθοποιός που είναι με ωραία φωνή. Λέει πως είναι ο νεότερος από τους θεούς γιατί αποφεύγει ο Έρωτας τα γεράματα και μόνο τα νιάτα και την ομορφιά κυνηγάει. «Έχει τα πόδια τρυφερά, τι δεν αγγίζει απάνου / στη γη, παρά τανθρωπινά πατάει τα κεφάλια» [της μενθ’ απαλοί πόδες¨ου γαρ επ’ ούδεος / πίλναται, αλλ΄άρα η γε κατ’ ανδρών κράατα βαίνει]. (σελ. 159)

«Γι αυτό εγώ πιστεύω, Φαίδρε, πως ο ‘Ερως όχι μονάχα είναι ωραιότατος και άριστος, αλλά και στους άλλους προξενεί άλλα παρόμοια: στους ανθρώπους την ειρήνη/ και στο πέλαο τη γαλήνη,/ το σιγάνεμα, το πλάγιασμα/ στους ανέμου,/ και τον ύπνο καταλάγιασμα/ στους θλιμμένους. (σελ 167)

Μετά έρχεται η σειρά του Σωκράτη. Θα μιλήσει αφού πρώτα κάνει τη συνηθισμένη του εισαγωγή ότι δηλαδή είναι αυτός ο πιο ανίδεος ο πιο ταπεινός, ο λιγότερος ικανός «Να εγώ τουλάχιστο, νιώθοντας πως δε θα μπορέσω ούτε κατά προσέγγιση να πω τίποτε όμορφο, από τη ντροπή μου παρά λίγο να το σκάσω, αν μπορούσα, από πουθενά. Και τούτο γιατί ο λόγος του μου θύμισε το Γοργία, ώστε κυριολεκτικώς, είχα πάθει εκείνο που λέει ο Όμηρος για το Γοργόνα· φοβόμουνα μήπως στο τέλος του λόγου του ο Αγάθων μου στείλει ενάντι στο λόγο μου την κεφαλή του Γοργία του δεινού ρήτορα και με κάνει πέτρα χωρίς φωνή. (σελ. 171)

Ο λόγος του Σωκράτη (αφού απευθύνει πρώτα τις φοβερές ερωτήσεις στον Αγάθωνα και τον κάνει να παραδεχτεί ότι μπερδεύει τον έρωτα με το αντικείμενό του, δηλαδή με τον αγαπημένο. Τον οδηγεί να παραδεχτεί ότι αντιφάσκει (σελ. 173- 181)

Όταν αρχίζει τη δική του τοποθέτηση επικαλείται τη μαρτυρία μιας γυναίκας της Διοτίμας, μάντισσα από τη Μαντίνεια, η οποία τον δίδαξε για τη φύση του Έρωτα (αυτός όπως πάντα άπραγος και αδαής)

Λέει λοιπόν ότι ο Έρωτας είναι η επιθυμία για αυτό που δεν έχει κάποιος και το επιθυμεί. Η επιθυμία για το αγαθό, την τελείωση, την ομορφιά.

«Πρέπει δηλαδή – είπε εκείνη [ η Διοτίμα] – όποιος παίρνει το σωστό δρόμο γι αυτό το πράγμα, να αρχίσει από νέος να πλησιάζει νέους με ωραία σώματα. Και πρώτα, αν ο οδηγητής του τον οδηγεί σωστά, πρέπει να αγαπάει έναν άνθρωπο με ωραίο σώμα και σ’ αυτόν να γεννάει ωραίους λόγους, έπειτα να νιώσει καλά πως η ομορφιά σ’ ένα οποιοδήποτε σώμα με την ομορφιά, που υπάρχει σ’ ένα άλλο, είναι αδερφάδες και μια που πρέπει να επιδιώκει κανείς την ομορφιά που υπάρχει στο είδος και όχι στα άτομα, είναι μεγάλη ανοησία και μη πιστέψει πως είναι ένα και ταυτό η ομορφιά που βρίσκεται σε όλα τα σώματα¨ και σαν το νιώσει αυτό, πρέπει να γίνει εραστής όλων των ωραίων σωμάτων και αφού πιστέψει ότι η ομορφιά ενός σώματος είναι μικρής αξίας και αφού την περιφρονήσει, να χαλαρώσει την υπερβολική του αγαπάει προς τον έναν νέον με το ωραίο σώμα. Ύστερα από τούτο, πρέπει να πιστέψει ότι η ομορφιά των ψυχών είναι πιο ακριβή από τη σωματική, ώστε κι αν ένας με όμορφη ψυχή έχει ασήμαντη ομορφιά, να ικανοποιείται με αυτόν και να του δείχνει ενδιαφέρον και να γεννάει και να συζητάει μαζί του θέματα, που μπορούν να βελτιώσουν τους νέους. Έτσι θα αναγκαστεί πάλι να παρατηρήσει την ομορφιά που υπάρχει στους τρόπους ζωής, και στους νόμους, και να ιδεί και τούτο ακόμα, ότι όλες οι ομορφιές ανήκουν στο ίδιο γένος, ώστε να έχει πολύ μικρή εκτίμηση για τη σωματική ομορφιά. (σελ 211-13)

Περιγράφει την Ιδέα της Ομορφιάς: Η ομορφιά εκείνη πρώτα-πρώτα είναι αιώνια κι ούτε γεννιέται, ούτε χάνεται, ούτε μεγαλώνει, ούτε λιγοστεύει, έπειτα δεν είναι ομορφιά μόνο από τούτη την όψη, ενώ από την άλλη είναι άσχημη, ούτε άλλοτε ναι κι άλλοτε όχι, ούτε σχετικώς με τούτο όμορφη και σχετικώς με κείνο άσχημη, ούτε εδώ όμορφη κι αλλού άσχημη, ούτε για μερικούς όμορφη και για μερικούς άσχημη· ούτε θα του φαντάξει σαν κάποιο πρόσωπο, ούτε σα χέρια ούτε σαν τίποτα άλλο από κείνα που έχει σώμα, ούτε σαν κάποιος λόγος, ούτε σαν κάποιο μάθημα, ούτε είναι βεβαίως μέσα σ’ άλλο πράμα, σε κάτι ζωικό λόγου χάρη, ή σε γη ή σε ουρανό ή σε τίποτα άλλο, αλλά είναι αυτή καθαυτή με τον εαυτό της μοναδική ειδή παντοτινή, ενώ όλα τα άλλα τα όμορφα μετέχουν από κείνη την ομορφιά μ’ ένα τέτοιο τρόπο, που, ενώ τα άλλα γεννιώνται και πεθαίνουν, εκείνη, ούτε μεγαλώνει καθόλου ούτε λιγοστεύει ούτε παθαίνει τίποτα. (σελ. 215)

Κατά τη συνήθεια δε ο Πλάτων βάζει στο στόμα του Σωκράτη και τον μύθο για τη γέννηση του Έρωτα. Με πολύ γλαφυρό τρόπο αφηγείται ότι στα γενέθλια της Αφροδίτης οι θεοί είχαν δείπνο και ανάμεσα στους άλλους προσκεκλημένους ήταν και ο Πόρος, ο γιος της Μήτιδος (η πρώτη σύζυγος του Δία, θεοποίηση της εξυπνάδας και της εφευρετικότητας). Μόλις λοιπόν τέλειωσε το δείπνο ήρθε η Πενία να ζητιανέψει – όπως συνέβαινε τότε. Στεκότανε στην πόρτα. Τότε ο Πόρος μεθυσμένος από το νέκταρ – δεν είχε ακόμη ανακαλυφθεί το κρασί (οίνος), μπήκε στον κήπο του Διός και βαρύς έπεσε και κοιμότανε. Τότε η Πενία, μέσα στην απορία της, πονηρεύτηκε να κάμει παιδί με τον Πόρο. Κοιμάται λοιπόν μαζί του και έπιασε τον Έρωτα. Έτσι ο Έρωτας επειδή έχει τα φυσικά χαρακτηριστικά της μητέρας του είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά όμορφος και τρυφερός – που νομίζει ο πολύς κόσμος. Είναι σκληρός και κακομοιριασμένος και άσπιτος και συγκατοικεί με τη στέρηση. Σύμφωνα με τα φυσικά του πατέρα του, κυνηγάει τα ωραία και τα αγαθά, είναι αντρειωμένος και λεβέντης και ορμητικός, φοβερός κυνηγός σκαρώνοντας διαρκώς τεχνάσματα, διψάει για γνώση και είναι εφευρέτης της φιλοσοφώντας σε όλη του τη ζωή, και είναι φοβερός γόης και σοφιστής (σελ. 189)

 

Αφού τελείωσε ο Σωκράτης και όλοι τον επαινούσαν, ακούστηκαν φωνές και φασαρία. Ήταν ο Αλκιβιάδης μεθυσμένος με την παρέα του.

Εδώ λοιπόν κορυφώνεται η δραματικότητα του διαλόγου γιατί ο Αλκιβιάδης που προσκαλείται να μιλήσει για τον Έρωτα κι αυτός, αποφασίζει να εγκωμιάσει όχι τον Έρωτα αλλά τον Σωκράτη.

Μ’ αυτό τον τρόπο, επιλέγει ο Πλάτωνας να απολογηθεί ή να αποκαταστήσει την αλήθεια γύρω από τη σχέση του Σωκράτη με τον Αλκιβιάδη. Μην ξεχνάμε ότι μια από τις κατηγορίες που οδήγησαν στην καταδίκη του Σωκράτη ήταν ότι τους νέους διαφθείρει και επίσης ο Αλκιβιάδης είναι ένα πολύ αμφιλεγόμενο πρόσωπο για την Αθήνα. Με τον διάλογο αυτό ο Πλάτωνας επιχειρεί να δείξει ότι ο Σωκράτης με τη στάση του προσπάθησε  να συνετίσει τον ορμητικό νέο, που ένα χρόνο αργότερα κατηγορήθηκε ότι έκοψε μεθυσμένος τους οδοδείκτες στην πόλη του.

Έτσι λοιπόν παρακολουθούμε εδώ τον Αλκιβιάδη να ξεγυμνώνεται – με δικαιολογία και άλλοθι το μεθύσι του – μπροστά στους συνδαιτυμόνες του για το πώς από ερώμενος (αγαπημένος) γίνεται ο ίδιος κυνηγός ενός εραστή. Πώς η ομορφιά του – πολύ όμορφος ο Αλκιβιάδης – νικιέται από την ψυχική ανωτερότητα του Σωκράτη. Διηγείται πώς ο Σωκράτης δεν εκδηλώνει καμιά σαρκική επιθυμία προς τον όμορφο Αλκιβιάδη παρά την ομολογία του Έρωτά του από τον ίδιο, κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι μαζί του και δε συμβαίνει τίποτα (σαν να κοιμήθηκε με τον πατέρα του ή τον αδερφό του, λέει χαρακτηριστικά). Επίσης εδώ ο Πλάτωνας παρουσιάζει το ήθος και τον χαρακτήρα του δασκάλου του. Ανθεκτικός στη μάχη στις κακουχίες, θαρραλέος πολύ, υπομονετικός και ανώτερος σε όλα. 

 

Για την ομοφυλοφιλία των αρχαίων, το Συμπόσιο είναι αποκαλυπτικό. Ο Συκουτρής που το σχολίασε τη δεκαετία του ’30 έθιξε τη ρομαντική ιδέα περί του Πλατωνικού Έρωτα των αρχαίων. (γνωστό το τέλος του σπουδαίου και εξαιρετικού φιλολόγου. Δεν άντεξε την κατακραυγή και αυτοκτόνησε).

Ο Πλατωνικός Έρωτας είναι η Ιδέα του Έρωτα, όπως περιγράφεται από τον Πλάτωνα. Αλλά, όλοι οι διάλογοι του Πλάτωνα μιλούν για τις Ιδέες. Ιδεατή Πολιτεία, Ιδέα της Δικαιοσύνης κλπ.

Όμως γίνεται εδώ λόγος για το πώς ζούσαν οι πολίτες της Αθήνας και όλης της Ελλάδας και για τους νόμους που περιόριζαν, απαγόρευαν ή επιβράβευαν την παιδεραστία. Μόνο αν δεν θέλουμε να διαβάσουμε ό,τι ακούμε να λένε οι ομιλητές, θα αρνηθούμε αυτή τη ζωή των αρχαίων Ελλήνων.

Βέβαια θα πούμε ότι οι γυναίκες θεωρούνταν κατώτερες σ’ αυτές τις κοινωνίες, επομένως ήταν υποτιμητικός ο έρωτας ενός άντρας γι αυτές στην κλασική Αθήνα.

 Ελένη Γούλα 

Σημειώσεις

·                Το έργο, Πλάτωνος, Συμπόσιο, γράφτηκε μάλλον μεταξύ 385 -370. Σε περίοδο ακμής της Ακαδημίας (της Σχολής του Πλάτωνα) (https://www.youtube.com/watch?v=PSYiiFHlXN0  και http://n1.xtek.gr/ime/lyceum/?p=lemma&id=12&lang=1)

·                Οι παραπομπές σελίδων, στο παραπάνω κείμενο, αφορούν στο βιβλίο από τις εκδόσεις Ζαχαρόπουλου επιμέλεια Γιάννης Κορδάτος, προλεγόμενα Κ. Γεωργούλης, εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια: Β. Δεδούσης: Πλάτων, Συμπόσιο - Κριτίας, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, χ.χ.ε.

·                Η χρονολόγηση συμπεραίνεται από στοιχεία που περιέχονται μέσα στο κείμενο. Έτσι λοιπόν, γράφεται αφού ήδη έχει πιει το κώνειο ο Σωκράτης, ήδη ο Αλκιβιάδης έχει εξοριστεί και έχει αποδειχθεί ο αμφιλεγόμενος χαρακτήρας του (ένα χρόνο μετά το Συμπόσιο μεθυσμένος έκοψε τις Ερμές) και ήδη έχει φτιαχτεί ο Ιερός Λόχος του Επαμεινώνδα από ζεύγη εραστών (378 π.Χ.).

·                Τα πρόσωπα είναι ιστορικά.

Απολλόδωρος: φανατικός οπαδός του Σωκράτη Συγκινήθηκε πολύ στο τέλος του (όπως αναφέρεται στον διάλογο: Φαίδων)

εταίρος, φίλος του Απολλόδωρου, στον οποίο διηγείται τα σχετικά με το Συμπόσιο που του τα διηγήθηκε ένας από αυτούς που συμμετείχαν ο Αριστόδημος.

Έτσι τα άτομα που μετέχουν στο Συμπόσιο και μιλούν για τον Έρωτα – παραβρέθηκαν κι άλλα, όμως δεν ονομάζονται όλοι ούτε σώζονται οι λόγοι τους από τον συγγραφέα – με τη σειρά που παίρνουν τον λόγο είναι:

- Φαίδρος ο Μυρρινούσιος: διαβάζει ποιήματα, ακούει συζητήσεις φιλοσοφικές, του αρέσει η καλή ζωή κλπ. Στον περίφημο άλλο διάλογο του Πλάτωνα Φαίδρος, ο ίδιος αυτός Φαίδρος μιλάει με τον Σωκράτη για τον ¨Ερωτα)

-Παυσανίας: έχει τον χαρακτήρα των σοφιστών που θέλουν να δείχνουν αντικειμενικό και ορθολογιστικό πνεύμα.

-Ερυξίμαχος. γιατρός. Σοβαρός και σεβαστός επιστήμονας. Δεν είναι σχολαστικός και στενοκέφαλος.

-Αριστοφάνης, ο γνωστός μας

-Αγάθων, ποιητής τραγικός, νεαρός, όμορφος. Στο σπίτι του γίνεται το Συμπόσιο ως επινίκια γιορτή (νίκησε στα Λήναια όπου παρουσιάστηκε η πρώτη του τραγωδία (416 π.χ).

-Σωκράτης

-Αλκιβιάδης





 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

τουβαλίθι vs τάπερ

αποβροχάρης

από τον πάγκο