συνταγή
Μας ταράζουν οι εικόνες. Τινάζουμε το κεφάλι πέρα δώθε, σηκώνουμε το τηλέφωνο, πιάνουμε το πληκτρολόγιο. Να αντιδράσουμε. Η αντίδρασή μας όμως, ούτε μια τρύπα στο νερό. Το κοινό είναι προετοιμασμένο. Εκτός των άλλων, έχουν φροντίσει γι αυτό οι ταινίες και τα βιβλία. Βαθιά κατάψυξη, κάψουλες, κενό αέρος, σκάφανδρα, τεχνητή ατμόσφαιρα, τύποι με νούμερα και λατινικά στοιχεία, σύμβολα επί συμβόλων και ο Μεγάλος Αδερφός, ο παντεπόπτης Άργος.
Στεκόμαστε για λίγο ενεοί, θαυμάζοντες απορώντας. Μπαίνουν οι εικόνες του μέλλοντος μέσα μας, συνωστίζονται στον προθάλαμο και σπρώχνουν το μαλακό σωρό από φράχτες και ερείπια. Τι είναι όλοι τούτοι οι καλλιτέχνες που προβλέψανε στα βιβλία και στις ταινίες τους τέτοιες αδιανόητες εξελίξεις. Μέρος της παγκόσμιας συνωμοσίας; Οργανικοί διανοούμενοι, πράκτορες πληρωμένοι της εξουσίας ή μήπως μεσάζοντες και διάμεσα της ακατανίκητης υπεράνθρωπης δύναμης, αυτής που υπάρχει και κατοικεί στα έγκατα και την καρδιά του όντος;
Βυθίζομαι, άκουσα κάποτε τον Διονύση Σαββόπουλο να λέει. Βυθίζομαι στο μέσα μου. Εκεί που πάλλεται ο κόσμος. Γιατί ο κόσμος πάλλεται μέσα μας κι αν κάνουμε ησυχία, αν αφήσουμε τους περισπασμούς και συγκεντρωθούμε εκεί που ρέει το ποτάμι…Πατήματα, πέτρες, κοτρώνες ή μικρά χαλικάκια τα ίχνη από το ποτάμι του κόσμου. Σε επαφή με το ποτάμι φευγαλέα, ένα κοίταγμα όπως γράφει ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος, στην πάντα ανοιχτή, μα χωρίς να το φανταζόμαστε, πόρτα της ποιήσεως, δίνει την πληροφορία. Ο καλλιτέχνης έτσι, φευγαλέα, πιάνει / προμηθεύεται τη μαγιά ή το προζύμι αν προτιμάτε. Μόνο που η μαγιά ή το προζύμι δε φτάνει για να γίνει το ποίημα. Χρειάζονται ακόμη η γνώση της διαδικασίας, να ξέρει δηλαδή κανείς πώς ζυμώνουμε το ψωμί και ύστερα να έχει και τα υλικά.
Το αλεύρι –πολύ αλεύρι πιθανόν, αν είναι να φτιάξει ψωμί για να ταΐσει τον κόσμο – πρέπει να είναι επιλεγμένης ποιότητας. Και δε μιλάω για το αν έχει γλουτένη αλλά από τι σιτάρι έχει προέλθει, πώς το έχουν αλέσει, αν είναι φρεσκοαλεσμένο ή μπαγιάτικο, ακόμη και αν ο ίδιος το έχει κοσκινίσει πιο πριν καλά να κρατηθούν απέξω τα σκουπιδάκια (σαρίδια) και ίσως κάτι μικρά ζωύφια που παρόλη την προσοχή, έχουν αναπτυχθεί. Είναι κι άλλα τα μυστικά για το αλεύρι, που τα ξέρουν οι καλλιτέχνες ανάλογα με την πείρα και την ικανότητά τους. Και βέβαια, στο αλεύρι έχουν την επιλογή να προσθέσουν και διάφορα καλούδια. Ας πούμε καρύδια, τυρί, ελιές, σταφίδες και άλλα συνηθισμένα ή περίεργα φαγώσιμα. Δεν φτιάχνουν όλοι το απλό ψωμί και δεν ποντάρουν όλοι στη συνηθισμένη γεύση. Έχει νοστιμάδα το αλλιώτικο, το καινούριο τραβάει πολλούς καταναλωτές ή αναγνώστες, αν θέλετε να μιλάμε καθαρά.
Έτσι λοιπόν, ο ποιητής αφού επιλέξει και συγκεντρώσει τα υλικά του, ύστερα θα πρέπει να ζεστάνει το νερό φροντίζοντας να γίνει χλιαρό χωρίς να κάψει. Με τα υλικά δίπλα του, το νερό στην κατσαρόλα και το αλεύρι βουνό στο τσουβάλι μπροστά του είναι η ώρα να ρίξει μια πρέζα αλάτι - δεν τρώγεται χωρίς αλάτι το ψωμί - και οπωσδήποτε να βρει το θάρρος και τη δύναμη για να αρχίσει το ζύμωμα.
Η μεγάλη σκάφη, τα χέρια ξεγυμνωμένα ως τον αγκώνα και όλο το ανθρώπινο βάρος στην προσπάθεια. Καλύτερα να είναι κάπου χαμηλά η σκάφη. Να σκύβει ο εργάτης της ποιήσεως από πάνω, ξεκινώντας την κίνησή του από τους γοφούς που ταλαντεύονται. Ένας χορός είναι το ζύμωμα, μια ταλάντωση που έχει ρυθμό και αγώνα ως που το ζυμάρι να γίνει μαλακό. Με ελαστικότητα και τρυφεράδα στο άγγιγμά του.
Αν είναι μεγάλη η ποσότητα, τώρα, σ’ αυτή τη φάση, πρέπει να το χωρίσει το ζυμάρι σε μικρότερα μέρη και να πλάσει τα καρβέλια. Θα τα σκεπάσει ύστερα με την κουβέρτα για να διατηρηθούν ζεστά και θα περιμένει όσο χρειάζεται για να γίνει η απαραίτητη χημική διεργασία. Τότε μόνο, αφού φουσκώσει το ζυμάρι και το νιώσει στην παλάμη του ελαφρύ και αφράτο, θα το ρίξει στον φούρνο το ψωμί του, που πρέπει βέβαια να τον έχει πιο πριν ζεστάνει με προσοχή. Γιατί αν είναι πολύ ζεστός ο φούρνος, θα παραπάρει και θα καεί το καρβέλι, αν δεν έχει ζεσταθεί αρκετά, θα μείνει άψητο και θα βαρύνει το στομάχι αυτουνού που θα το φάει.
Αν θα το πουλήσει ύστερα το φρέσκο ψωμί του ο καλλιτέχνης ακριβά, αν αρέσει στους συγκαιρινούς του, αν το χαρίσει, αν το αφήσει να μουχλιάζει στο υπόγειο, είναι άλλη συζήτηση.
Εδώ τώρα αναρωτιόμαστε μόνο γιατί όσα ζούμε τόσο ασυνήθιστα και εξωφρενικά, τα έχουμε κάπως συναντήσει στα έργα της τέχνης. Και τους ανθρώπους από το μέλλον, αυτούς που μπαίνουν τώρα στα σπίτια μας σαν εικόνες ιδέες ή μηνύματα – δεν έχουνε σάρκα, δεν βλέπουμε το ολόγραμμά τους – τους νιώθουμε λες και ακουμπάνε παράξενα στην αλήθεια που μέσα της είμαστε. Γι αυτό και ο λόγος για τους καλλιτέχνες, που μας έχουν κάπως προετοιμάσει, ταΐζοντάς μας τα ψωμιά τους-ποιήματα κάποτε χωρίς οι ίδιοι να έχουν κερδίσει ούτε ευχαριστώ, άλλοτε όμως συμμετέχοντας με επίγνωση στο αλισβερίσι της εξουσίας.
Είναι βέβαια κι άλλοι πολλοί – στρατιές υπαλλήλων, επιστήμονες, εργάτες, οπλίτες – τεχνικές, τερτίπια και μέθοδοι ασύλληπτες, που μας προετοιμάζουν για να δεχτούμε τα καινοφανή ως αναπότρεπτα και αναγκαστικά. Όμως τούτος ο υπαινιγμός αφιερώνεται στους καλλιτέχνες, καθώς είμαστε ήδη στο μέλλον για το οποίο μιλούσαν – χαλίκια, πετρούλες, πατήματα – ότι θα έχει πολλή ξηρασία.
Για το νερό; Φροντίζει κανείς για το νερό;
Άμμοι, χαλίκια, πέτρες, κοτρώνες κυλάνε χωρίς σταματημό.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου